«Θυμάσαι πατέρα τη μέρα που έβρεχε και μου έλεγες να μην βγω στην αυλή να παίξω γιατί θ’ αρρωστήσω;
Εγώ βγήκα… κι αρρώστησα.
Περίμενα να με μαλώσεις, μα δεν το έκανες, όταν ήρθες και μου έκανες μια ζεστή εντριβή.
Θυμάσαι που κάποτε, παραμονή διαγωνίσματος, έπαιζα ως το βράδυ κι ας με φώναζες, πολλές φορές, να σταματήσω και να διαβάσω;
Μηδενίστηκα στο διαγώνισμα της άλλη μέρας.
Νόμιζα πως θα με μάλωνες πολύ και θα μου έλεγες: «Σου το είχα πει». Μα δεν το έκανες. Είπες μόνο: «Πρέπει, την άλλη φορά, να προσπαθήσεις περισσότερο».
Θυμάσαι πατέρα όταν μου είπες να μην τρέχω μέσα στο σπίτι με το πατίνι μου, γιατί θα κάνω ζημιά;
Δεν σε άκουσα, έτρεχα, έπεσα πάνω στο τραπέζι κι έσπασα το ωραίο κρυστάλλινο βάζο μας. Νόμιζα πως θα με έδερνες πολύ και θα είχες δίκιο. Μα δεν το έκανες. Μόνο με ρώτησες: «Μήπως χτύπησες;»
Υπάρχουν χιλιάδες τέτοια πατέρα μου, που δεν τα έκανες.
Περίμενα να γυρίσεις από τον πόλεμο για να σου τα πω.
Μα … δεν γύρισες»
Απόσπασμα από το βιβλίο «5η εντολή “Τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου…”» της Μερόπης Ν. Σπυροπούλου, εκδ. Αρχονταρίκι.