«… Την εποχή που ο παπα-Νικόλας συνέχιζε την πνευματική πορεία του στην Αθήνα, αύξανε καθημερινά τις δραστηριότητές του κι ο μόχθος κατάτρωγε την υγεία του! Στερνά μάλιστα εξ αιτίας της ορθοστασίας, της συστηματικής νηστείας και της αδιάκοπης προσευχής βρισκόταν μόνιμα εξαντλημένος και καμιά φορά ανήμπορος να τελέσει και το έργο του. Παραπονιόταν διαρκώς ότι δεν τον βαστούσαν τα πόδια του και ήθελε κάθε λίγο και λιγάκι να καθίσει. Ώσπου ένα καλό πνευματικοπαίδι του, ήταν φαρμακοποιός, προσφέρθηκε και του κατασκεύασε ένα τονωτικό γιατροσόφι! Το οποίο όμως έπρεπε να το παίρνει σε μικρές, μικρές δόσεις επειδή περιείχε μεγάλη ποσότητα από κάποιο δηλητήριο θεραπευτικό. Το φάρμακο αυτό ένεκα της δραστικής ικανότητας ανάλαβαν να του το δίνουν οι δικοί του για λόγους ασφάλειας κι αποτελεσματικότητας. Κάποιο πρωί όμως, όταν σηκώθηκε από τον ύπνο και ετοιμάστηκε να πάει στη λειτουργία, στη βιασύνη του ο παπα-Νικόλας αντί να πάρει το μπουκαλάκι με το νάμα (κρασί) για την Αγία Κοινωνία, έλαβε μαζί του το ειδικό κείνο φάρμακο κι έφυγε αμέριμνος για την εκκλησία. Εκεί λειτούργησε κανονικά χρησιμοποιώντας ανυποψίαστος το δηλητήριο αντί για το ιερό κρασί. Και όπως ήταν φυσικό, στο τέλος της λειτουργίας κατέλυσε όλο το περιεχόμενο του Αγίου Ποτηρίου δίχως να αισθανθεί όμως καμία ενόχληση!
Αργότερα, ύστερα από λίγες ώρες, οι δικοί του στο σπίτι ανακάλυψαν το λάθος. Και τότε ευθύς βρέθηκαν στους δρόμους κι άρχισαν να τρέχουν έξαλλοι ωσάν τρελοί μπας και προλάβουν το κακό!
Αλλά σαν έφτασαν στον Αι-Γιάννη του Αγρού ήταν πια αργά! Ο κόσμος έφευγε για τα κονάκια του, που σήμαινε ότι η λειτουργία είχε τελειώσει. Κι ό,τι ήταν να γίνει είχε συντελεστεί!
Ωστόσο μπήκαν στο ναό βιαστικοί και έμειναν έκπληκτοι όταν είδαν τον παπα-Νικόλα ακέραιο και γελαστό να ετοιμάζεται και κείνος μέσα στο Ιερό για να αναχωρήσει.
- Παπούλη!... έκαναν τότε με μια φωνή…
- Ίντα θέλετε τέτοιαν ώρα δωνά;
- Μα…
Κι αφού του εξήγησαν το τι είχε συμβεί κείνος ατάραχος και χαμογελαστός τους είπε:
- Μη στενοχωρείσθε… δε βλέπετε πως τίποτα δεν ήπαθα; Ο Κύριός μας λέγει: «Καν θανάσιμόν τι πίητε ου μη βλάψη υμάς». Άιντε τώρα να πηγαίνομε!»
Από το βιβλίο «Ο ΠΑΠΑΚΑΛΟΓΕΡΟΣ Νικόλας Πλανάς. Ο άγιος ποιμένας», του Δημητρίου Φερουση, εκδ. Αποστολική Διακονία